Δεδουλευμένοι τόκοι (Accrued interest)

Δεδουλευμένοι τόκοι είναι οι τόκοι που συσσωρεύονται μεταξύ των ημερομηνιών πληρωμής τοκομεριδίου ενός ομολόγου. Όσο πλησιάζει η επόμενη ημερομηνία πληρωμής, τόσο αυξάνονται οι δεδουλευμένοι τόκοι.

Επίσης δεδουλευμένοι τόκοι είναι οι τόκοι που έχουν συσσωρευτεί μεταξύ της τελευταίας πληρωμής τοκομεριδίου και της ημερομηνίας πώλησης του ομολόγου ή γενικά άλλου χρεογράφου σταθερού εισοδήματος.

Ο ομολογιούχος που πουλάει ένα ομόλογο μεταξύ των ημερομηνιών πληρωμής τοκομεριδίων έχει δικαίωμα πάνω στους δεδουλευμένους τόκους του ομολόγου που κερδήθηκαν κατά τη διάρκεια του χρόνου που το ομόλογο ήταν στην κυριότητα του.

Κατά τη στιγμή της πώλησης, ο αγοραστής καταβάλλει στον πωλητή την καθαρή τιμή του ομολόγου συν τους δεδουλευμένους τόκους, οι οποίοι υπολογίζονται πολλαπλασιάζοντας το τοκομερίδιο επί τον αριθμό των ημερών που έχουν παρέλθει από την τελευταία πληρωμή.

Όταν γίνει μια αγοραπωλησία ο αγοραστής δεν αγοράζει μόνο το υποκείμενο χρεόγραφο, αλλά και το δικαίωμα στην επόμενη πληρωμή τοκομεριδίου, συμπεριλαμβανομένων και των οφειλόμενων τόκων για την περίοδο πριν αγοραστεί το ομόλογο.

Προκειμένου να αντισταθμίσει την απώλεια αυτή, ο πωλητής υποχρεώνει τον αγοραστή να πληρώσει ένα επιπλέον ποσό ίσο με τους δεδουλευμένους τόκους από την τελευταία ημερομηνία καταβολής τοκομεριδίου μέχρι τη στιγμή της αγοράς.

Παράδειγμα:
Αν ένα ομόλογο αξίας 1.000€, με επιτόκιο 12%, πλήρωσε τοκομερίδιο πριν δύο μήνες, ο αγοραστής πρέπει να πληρώσει στον πωλητή 20€ (το επιτόκιο δύο μηνών επί 1% επιτόκιο/μήνα) για δεδουλευμένους τόκους επιπλέον της αρχικής τιμής.

Αυτά τα επιπλέον έξοδα θα επιστραφούν στον αγοραστή όταν πληρωθούν σε αυτόν τοκομερίδια έξι μηνών, παρόλο που ο ίδιος έχει στην κατοχή του το ομόλογο για μόλις τέσσερις μήνες.

Τα ομόλογα συνήθως πληρώνουν τοκομερίδιο κάθε έξι μήνες αλλά το επιτόκιο υπολογίζεται από τους ομολογιούχους σε καθημερινή βάση.

Αμέσως μετά την πληρωμή τοκομεριδίου, η καθαρή τιμή του ομολόγου θα ισούται με την μικτή (dirty).

Δεδουλευμένοι τόκοι στη Λογιστική

Δεδουλευμένοι τόκοι είναι ένας όρος στη λογιστική, όπου οι τόκοι είτε είναι πληρωτέοι (accrued interest payable), είτε εισπρακτέοι (accrued interest receivable), έχουν αναγνωριστεί, αλλά δεν έχουν ακόμη πληρωθεί ή ληφθεί.