Ισοδυναμία της Αγοραστικής Δύναμης (Purchasing power parity)

Ισοδυναμία της αγοραστικής δύναμης είναι μια θεωρία συναλλαγματικών ισοτιμιών, που βασίζεται στο νόμο της μίας τιμής, σύμφωνα με την οποία μια μονάδα οποιουδήποτε νομίσματος θα πρέπει να αγοράζει την ίδια ποσότητα αγαθών σε κάθε χώρα.

Με άλλα λόγια, η τιμή ενός προϊόντος στην εγχώρια αγορά την περίοδο t πρέπει να ισούται με την τιμή του προϊόντος σε μια ξένη χώρα την ίδια περίοδο, επί την τρέχουσα συναλλαγματική ισοτιμία.

Εάν δεν υπάρχουν εμπορικοί περιορισμοί και άλλα κόστη συναλλαγών, ο νόμος της μιας τιμής πρέπει να ισχύει, αλλιώς θα δημιουργηθούν ευκαιρίες arbitrage. Όμως, ο νόμος της μιας τιμής πρέπει να ισχύει μόνο σε αγαθά που εμπορεύονται διεθνώς.

Παράδειγμα:
Είναι λάθος να χρησιμοποιήσει κανείς το νόμο της μίας τιμής για να τιμολογήσει την αξία της γης, γιατί μπορεί η γη πχ να είναι φθηνότερη στην Αυστραλία από ότι στην Αμερική, αλλά αυτό δεν πρόκειται να κάνει τους κατοίκους της Αμερικής να εισάγουν γη από την Αυστραλία.

Η απόλυτη ισοδυναμία της αγοραστικής δύναμης εφαρμόζει το νόμο της μιας τιμής σε ένα καλάθι από αγαθά που θεωρούνται ότι αντιπροσωπεύουν την κατανάλωση ενός μέσου καταναλωτή σε μια δεδομένη χώρα και χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό δεικτών τιμών. Δηλαδή, γενικά επίπεδα τιμών καθορίζουν τις συναλλαγματικές ισοτιμίες.

Περιορισμοί της ισοτιμίας της αγοραστικής δύναμης

Η ισοτιμία της αγοραστικής δύναμης:

  • δίνει έμφαση μόνο στο εμπόριο και στα επίπεδα τιμών
  • υποθέτει απουσία εμπορικών τριβών
  • είναι απίθανο να ισχύει όταν οι τιμές εγχώριας και ξένης αγοράς αντιπροσωπεύουν διαφορετικά καλάθια.
  • υποθέτει ότι οι τιμές και οι συναλλαγματικές ισοτιμίες είναι ελαστικές
  • δεν ισχύει για αγαθά που δεν είναι εύκολο να μεταφερθούν μεταξύ χωρών
  • δεν ισχύει για αγαθά και υπηρεσίες που δεν είναι τέλεια υποκατάστατα.

Σχετική ισοδυναμία αγοραστικής δύναμης

Η απόλυτη ισοδυναμία αγοραστικής δύναμης υποθέτει την απουσία κόστους μεταφορών, δασμών ή άλλων εμποδίων στην ελεύθερη διακίνηση του εμπορίου, οπότε η σχετική εκδοχή της θεωρίας αυτής έρχεται να καλύψει το κενό.

Η σχετική ισοδυναμία αγοραστικής δύναμης ορίζει ότι ο ρυθμός μεταβολής στις τιμές των προϊόντων πρέπει να είναι παρόμοιος όταν μετριέται σε ένα κοινό νόμισμα, με την προϋπόθεση ότι το κόστος μεταφορικών και τα διάφορα εμπόδια στο εμπόριο παραμένουν αμετάβλητα.

Όσο δεν υπάρχουν μεταβολές στο κόστος μεταφορικών, εμπόδια στο εμπόριο κλπ, η μεταβολή στη συναλλαγματική ισοτιμία πρέπει να είναι περίπου ανάλογη με τη μεταβολή του λόγου των γενικών επιπέδων τιμών των δύο χωρών.

Η σχετική ισοδυναμία αγοραστικής δύναμης χρησιμοποιείται συχνά για να ταξινομήσει ένα νόμισμα ως υπερτιμημένο ή υποτιμημένο. Ο όρος υπερτιμημένο ή υποτιμημένο υπαινίσσεται ότι οι συναλλαγματικές ισοτιμίες δεν θα έπρεπε να είναι αυτό που είναι στην ελεύθερη αγορά συναλλάγματος.

Παράδειγμα:
Έστω ότι στη διάρκεια του χρόνου, ο εγχώριος πληθωρισμός είναι υψηλότερος από τον ξένο.

Σύμφωνα με την ισοδυναμία αγοραστικής δύναμης, θα έπρεπε να υποτιμηθεί το εγχώριο νόμισμα. Εάν υποτιμηθεί λιγότερο από όσο συμβουλεύει η ισοδυναμία αγοραστικής δύναμης, το εγχώριο νόμισμα είναι υπερτιμημένο ενώ εάν το εγχώριο νόμισμα υποτιμηθεί περισσότερο από όσο δηλώνει η ισοδυναμία αγοραστικής δύναμης, το εγχώριο νόμισμα είναι υποτιμημένο.

Συνέπειες της ισοδυναμίας αγοραστικής δύναμης

Η σχετική ισοδυναμία αγοραστικής δύναμης δεν συνεπάγεται ότι είναι εύκολη η πρόβλεψη της συναλλαγματικής ισοτιμίας, αλλά η ποιότητα της εξαρτάται από την ποιότητα της πρόβλεψης των επιπέδων τιμών και στις δύο χώρες.

Παράδειγμα:
Μια χώρα με υψηλό και απρόβλεπτο πληθωρισμό θα επιδείξει υψηλή και απρόβλεπτη συναλλαγματική ισοτιμία.

Χωρίς τις σχετικές μεταβολές τιμών, μια εταιρία δεν αντιμετωπίζει πραγματικό συναλλαγματικό κίνδυνο από τη λειτουργία της. Επομένως η διάκριση ανάμεσα στην ονομαστική ισοτιμία και στην πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία είναι πολύ σημαντική γιατί έχουν διαφορετικές συνέπειες για το συναλλαγματικό κίνδυνο.

Ισχύς της ισοδυναμίας αγοραστικής δύναμης

Υπάρχουν σοβαρότατες ενδείξεις εναντίον της ισχύος της ισοδυναμίας αγοραστικής δύναμης σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα.

Βραχυπρόθεσμα οι συναλλαγματικές ισοτιμίες, προσαρμόζονται πολύ γρήγορα σε καταστάσεις ανισορροπίας, όμως τα μακροπρόθεσμα συμβόλαια και οι συμφωνίες τιμών καθιστούν πολλές τιμές στην οικονομία κολλώδεις (sticky prices), τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μεσοπρόθεσμα.

Έτσι, αφού οι τιμές, το εμπόριο και το arbitrage εμπορευμάτων ανταποκρίνονται με νωθρότητα, η ισοδυναμία αγοραστικής δύναμης δεν είναι αλάνθαστη.

Μακροπρόθεσμα όμως, υπάρχουν ενδείξεις που υποστηρίζουν την ισοδυναμία αγοραστικής δύναμης, καθώς χώρες με επίμονες θετικές διαφορές στους ρυθμούς πληθωρισμού τους τείνουν να δουν μια υποτίμηση των τοπικών τους νομισμάτων.

Ομοίως, μακροπρόθεσμα, οι χώρες με επίμονες αρνητικές διαφορές στους ρυθμούς πληθωρισμού τους τείνουν να δουν μια ανατίμηση των τοπικών τους νομισμάτων. Στο πέρασμα του χρόνου, τα σχετικά επίπεδα τιμών έχουν σημασία.

Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι η υπόθεση της ισοδυναμίας της αγοραστικής δύναμης δεν είναι μία πλήρης θεωρία, απλά περιγράφει μία σχέση που υπάρχει. Επίσης η σχέση ισχύει και αντίστροφα, δηλαδή μία μεταβολή στην συναλλαγματική ισοτιμία θα επηρεάσει τα επίπεδα τιμών και το αντίστροφο.

Πρακτική εφαρμογή της ισοδυναμίας αγοραστικής δύναμης

Πολλοί αναλυτές χρησιμοποιούν τις συναλλαγματικές ισοτιμίες που υπαγορεύει η ισοδυναμία της αγοραστικής δύναμης προκειμένου να συγκρίνουν θεμελιώδη μεγέθη ανάμεσα σε διάφορες χώρες.

Επιπλέον οι ισοτιμίες που υπαγορεύει η ισοδυναμία αγοραστικής δύναμης είναι πιο σταθερές από τις αγοραίες ισοτιμίες και έτσι μεγάλες μεταβολές στις αγοραίες ισοτιμίες δεν επηρεάζουν πάρα πολύ τις αποτιμήσεις των οικονομικών θεμελιωδών μεγεθών.